Η τελειομανία δεν είναι αριστεία, είναι μια αόρατη πίεση που κρατά τις γυναίκες υπερφορτωμένες και χωρίς στήριξη. Από την εργασία και την οικογένεια έως τις κοινωνικές σχέσεις, πολλές γυναίκες μεγαλώνουν με την πεποίθηση ότι η παραδοχή αδυναμίας ή η ανάγκη για βοήθεια αποτελεί αδυναμία. Το αποτέλεσμα είναι η συνεχής αυτοκριτική, η υπερφόρτωση και η αίσθηση ότι δεν αρκεί ποτέ όσα κάνουν.
Η κοινωνία ενισχύει αυτή την πίεση, συνδέοντας την ηλικία ή την δήθεν “ελλιπή” εμφάνιση με αποτυχία, και επιρρίπτοντας την ευθύνη για κάθε δυσκολία στα ίδια τα άτομα. Από μικρή ηλικία, τα πρότυπα ομορφιάς, οργάνωσης και «απόλυτης φροντίδας» καλλιεργούν την ιδέα ότι η γυναίκα πρέπει να τα καταφέρνει όλα τέλεια, σε πολλούς τομείς ταυτόχρονα. Αυτή η νοοτροπία οδηγεί σε χρόνια εξάντληση και ανασφάλεια, ενώ συχνά την αποτρέπει να έρθει σε μια οριστική ρήξη με τα υπερβολικά καθήκοντα.
Η αλλαγή ξεκινά όταν η γυναίκα θέτει ρεαλιστικές προτεραιότητες και αφήνει πίσω τις αδύνατες απαιτήσεις. Το να μάθει να λέει «όχι» και να ζητά υποστήριξη δεν είναι αδυναμία αλλά πράξη αυτοσεβασμού. Αποδεχόμενη ότι το «αρκετά καλό» είναι αρκετό, μπορεί να επικεντρωθεί σε ό,τι πραγματικά μετράει για την ίδια και την οικογένειά της, χωρίς να χάνει την αίσθηση της προσωπικής της αξίας.
Τελικά, η τελειομανία δεν είναι μόνο ζήτημα προσωπικής επιλογής, είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο που απαιτεί συνειδητή αντίδραση. Επιτρέποντας στον εαυτό της να πάρει χώρο, να μειώσει την πίεση και να σταματήσει να αποδεικνύει την αξία της μέσω της συνεχούς εξαντλητικής προσπάθειας. Κάθε γυναίκα μπορεί να ανακτήσει ενέργεια, χαρά και αίσθηση ελέγχου στη ζωή της. Το πρώτο βήμα είναι απλό αλλά σημαντικό: να κάνει λιγότερα και να αφήσει αυτό να είναι αρκετό.
