Η δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα (CO₂) αποτελεί μια σύγχρονη τεχνολογία που στοχεύει στην προστασία του περιβάλλοντος. Αντί το CO₂ που παράγουν βιομηχανίες να απελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα, συλλέγεται, μεταφέρεται με ασφάλεια και αποθηκεύεται σε φυσικούς γεωλογικούς σχηματισμούς βαθιά κάτω από το έδαφος. Η μέθοδος αυτή, γνωστή διεθνώς ως Carbon Capture and Storage (CCS), εφαρμόζεται εδώ και δεκαετίες σε χώρες όπως ο Καναδάς, η Νορβηγία και οι ΗΠΑ, ενώ στην Ευρώπη εντάσσεται στα μεγάλα βιομηχανικά clusters της Δανίας, της Ολλανδίας, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γαλλίας και της Ιταλίας.
Στην Ελλάδα, η μοναδική υποδομή που μπορεί να φιλοξενήσει μεγάλες ποσότητες CO₂ βρίσκεται στον Πρίνο, όπου μια υπόγεια αποθήκη της Energean έχει χωρητικότητα 2,8 εκατομμυρίων τόνων. Πρόσφατα κατατέθηκε στη Βουλή νομοσχέδιο που καθορίζει τον τρόπο λειτουργίας αυτής της αγοράς και την πρόσβαση των βιομηχανιών στη χωρητικότητα της αποθήκης.
Το νομοσχέδιο προβλέπει δύο τρόπους διάθεσης της χωρητικότητας: το ένα μέρος θα διατίθεται απευθείας μέσω αποφάσεων του υπουργείου, με συμβάσεις 15 ετών, ενώ το υπόλοιπο θα προορίζεται για διεθνείς διαγωνισμούς, με συμβάσεις τουλάχιστον 5 ετών. Αυτό το υβριδικό μοντέλο, θεωρείται από πολλούς στην αγορά προβληματικό, καθώς δημιουργεί ασάφειες και ενδεχομένως στρεβλώσεις στην κατανομή των διαθέσιμων ποσοτήτων.
Ένα ακόμη κρίσιμο ζήτημα είναι η ισόποση κατανομή της χωρητικότητας, ανεξαρτήτως του όγκου CO₂ που παράγει κάθε βιομηχανία. Στην πράξη, μικρές και μεγάλες μονάδες λαμβάνουν την ίδια ποσότητα χώρου για αποθήκευση, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε ανισορροπίες και αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας. Επιπλέον, οι ταρίφες και το τελικό κόστος για τις βιομηχανίες παραμένουν ασαφή, με πολλές λεπτομέρειες να αναμένονται σε μεταγενέστερες υπουργικές αποφάσεις.
Παρά τα ανοικτά ζητήματα, η Ελλάδα κάνει ένα σημαντικό βήμα, μπαίνοντας στον στενό κύκλο χωρών που εφαρμόζουν προηγμένες τεχνολογίες CCS. Η πρωτοβουλία αυτή όχι μόνο ενισχύει τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη μείωση των εκπομπών, αλλά προσφέρει και διεθνή τεχνογνωσία, ενώ ανοίγει δρόμους για μελλοντικές επενδύσεις που εκτιμώνται σε περίπου 4 δισεκατομμύρια ευρώ.
Το νομοσχέδιο, επομένως, θέτει τα θεμέλια για την ανάπτυξη της ελληνικής αγοράς δέσμευσης CO₂, χωρίς όμως να λύνει όλες τις πρακτικές προκλήσεις. Η υλοποίηση του εγχειρήματος θα εξαρτηθεί από μια σειρά λεπτομερών αποφάσεων που θα καθορίσουν τελικά τη λειτουργία της αγοράς και την αποτελεσματική διαχείριση.
