Η συζήτηση γύρω από το αν τα βίαια βιντεοπαιχνίδια κάνουν τα παιδιά επιθετικά επανέρχεται συνεχώς στο προσκήνιο. Οι μελέτες που έχουν δημοσιευθεί δίνουν συχνά αντικρουόμενα αποτελέσματα. Από τη μια πλευρά, ερευνητές όπως ο Douglas Gentile επισημαίνουν ότι τα βίαια παιχνίδια διδάσκουν συγκεκριμένα μοτίβα σκέψης, τα οποία επαναλαμβανόμενα εδραιώνονται και επηρεάζουν τη συμπεριφορά. Ένα παιδί που συνηθίζει να «βλέπει» τον κόσμο μέσα από την οπτική του εχθρού, να ανταποκρίνεται με βία και να αγνοεί τις συνέπειες, πιθανότατα θα μεταφέρει αυτή τη στάση και στην πραγματική ζωή. Από την άλλη πλευρά, μακροχρόνιες έρευνες –όπως εκείνη των Coyne και Stockdale– δείχνουν ότι η μεγάλη πλειοψηφία των παιδιών δεν επηρεάζεται σημαντικά, εκτός αν υπάρχει ήδη προδιάθεση για βίαιη συμπεριφορά.
Όμως, το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι μόνο αν τα βιντεοπαιχνίδια «φταίνε». Είναι αν η κοινωνία μας δημιουργεί τις συνθήκες που ενισχύουν την επιθετικότητα. Σήμερα, βλέπουμε βίαιες εκρήξεις όχι μόνο στους εφήβους, αλλά και σε ενήλικες, σε ανθρώπους κάθε ηλικίας. Οι ειδήσεις είναι γεμάτες περιστατικά που αφορούν ενδοοικογενειακή βία, καβγάδες στο δρόμο, λεκτικές και σωματικές επιθέσεις ακόμα και για ασήμαντες αφορμές. Το φαινόμενο της βίας δεν είναι πια περιθωριακό, έχει γίνει διάχυτο.
Αυτό μας οδηγεί σε έναν ευρύτερο προβληματισμό. Η καθημερινότητα πολλών οικογενειών χαρακτηρίζεται από έντονη οικονομική πίεση. Η ανασφάλεια για το μέλλον, η δυσκολία κάλυψης βασικών αναγκών, το συνεχές στρες για το πώς «θα τα βγάλουμε πέρα», δημιουργούν ένα περιβάλλον έντασης μέσα στο ίδιο το σπίτι. Τα παιδιά μεγαλώνουν μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα και απορροφούν τις ανησυχίες των γονέων. Αν οι γονείς δεν έχουν συναισθηματική διαθεσιμότητα λόγω άγχους, τότε η αίσθηση ασφάλειας των παιδιών μειώνεται, ενώ η τάση για εκρηκτικές συμπεριφορές αυξάνεται.
Παράλληλα, υπάρχει και ένα άλλο στοιχείο, πιο υπόγειο αλλά εξίσου καθοριστικό: η έλλειψη σκοπού και ελπίδας. Στη σύγχρονη κοινωνία, πολλοί νέοι –και όχι μόνο– νιώθουν ότι δεν έχουν πραγματικές προοπτικές. Η αβεβαιότητα για το μέλλον είναι διάχυτη, και οι ευκαιρίες που υπόσχεται το εκπαιδευτικό ή εργασιακό σύστημα δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες. Αυτό οδηγεί σε ένα αίσθημα ματαίωσης, το οποίο εύκολα μεταφράζεται σε θυμό και, σε κάποιες περιπτώσεις, σε βίαιη αντίδραση.
Σε αυτό το πλαίσιο, τα βίαια βιντεοπαιχνίδια δεν μπορούν να ιδωθούν απομονωμένα. Ναι, μπορεί να λειτουργούν ως εξάσκηση σε συγκεκριμένα μοτίβα σκέψης, αλλά δεν είναι ο μοναδικός ή ο βασικός παράγοντας που εξηγεί την αύξηση της βίας. Περισσότερο μοιάζουν με έναν καθρέφτη της εποχής: σε μια κοινωνία γεμάτη ένταση και ανασφάλεια, η βία βρίσκει διεξόδους σε πολλαπλές μορφές. Τα παιχνίδια μπορεί να την ενισχύουν, αλλά δεν την προκαλούν από μόνα τους.
Αξίζει επίσης να θυμόμαστε ότι τα βιντεοπαιχνίδια έχουν και θετικές πλευρές. Παιχνίδια που καλλιεργούν τη συνεργασία, την αλληλοβοήθεια ή τη στρατηγική σκέψη μπορούν να ενισχύσουν κοινωνικές δεξιότητες, να χτίσουν ομαδικότητα και να λειτουργήσουν ως εργαλεία μάθησης. Το περιεχόμενο έχει σημασία: άλλο είναι ένα παιχνίδι που επιβραβεύει τον παίκτη για πράξεις βίας και άλλο ένα που απαιτεί συνεργασία με άλλους παίκτες για την επίλυση προβλημάτων.
Η κριτική επομένως πρέπει να στραφεί λιγότερο στο ίδιο το μέσο και περισσότερο στο πώς χρησιμοποιείται. Οι γονείς οφείλουν να γνωρίζουν τι παίζουν τα παιδιά τους, να βάζουν όρια, αλλά και να εξηγούν τι βλέπουν στην οθόνη. Το σχολείο χρειάζεται να εντάξει την κριτική σκέψη και την ψηφιακή παιδεία στο πρόγραμμα, ώστε οι νέοι να μάθουν να ξεχωρίζουν το παιχνίδι από την πραγματικότητα. Και η κοινωνία συνολικά οφείλει να δώσει πίσω στους νέους αυτό που λείπει περισσότερο: την ελπίδα για ένα μέλλον με προοπτική.
Συνεπώς, τα βίαια βιντεοπαιχνίδια μπορούν να επηρεάσουν τη σκέψη και τη συμπεριφορά, αλλά δεν αποτελούν τη ρίζα της βίας. Η επιθετικότητα είναι πολυπαραγοντική και συνδέεται με το οικονομικό στρες, τις οικογενειακές εντάσεις, την έλλειψη κοινωνικής συνοχής και κυρίως με την απουσία ελπίδας. Αν θέλουμε να μειώσουμε τη βία στις νέες γενιές, η λύση δεν είναι να «δαιμονοποιήσουμε» τα παιχνίδια, αλλά να επενδύσουμε σε κοινωνικές συνθήκες που θα προσφέρουν στα παιδιά ασφάλεια, στήριξη και όνειρα.