Η ψηφιακή εποχή αλλάζει ριζικά τον τρόπο που σχετιζόμαστε. Η τεχνολογία και η sex tech επαναπροσδιορίζουν την έννοια της οικειότητας, ειδικά για τους νεότερους, που μεγαλώνουν σε ένα περιβάλλον έντονης διαδικτυακής έκθεσης, άγχους και συνεχούς αξιολόγησης. Σε έναν κόσμο όπου η ανθρώπινη επαφή συχνά συνοδεύεται από ρίσκο, ντροπή ή φόβο, η σχέση με ένα μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης μπορεί να μοιάζει πιο ασφαλής, πιο προβλέψιμη, ακόμη και πιο τρυφερή.
Οι έφηβοι σήμερα βιώνουν πρωτόγνωρη ψυχολογική πίεση. Τα ποσοστά άγχους και δυσκολίας λειτουργικότητας αυξάνονται, ενώ παράλληλα μειώνεται η άνεσή τους να μιλήσουν για τα συναισθήματά τους σε πραγματικούς ανθρώπους. Το ψηφιακό περιβάλλον, αντί να λειτουργεί ως χώρος εκτόνωσης, συχνά επιβαρύνει. Το γρήγορο, κατακερματισμένο περιεχόμενο των κοινωνικών δικτύων συνδέεται ολοένα περισσότερο με μειωμένη συγκέντρωση, νοητική κόπωση και επιδείνωση της ψυχικής υγείας. Η ίδια η νεολαία το αποκαλεί «brain rot» — και η επιστήμη δείχνει ότι μάλλον δεν υπερβάλλει.
Ακόμα και η σεξουαλικότητα μετατοπίζεται μακριά από τη φυσική ανθρώπινη επαφή. Πολλοί νέοι επιλέγουν ψηφιακές, φαντασιακές μορφές πορνογραφίας, απομακρυσμένες από πραγματικά σώματα και πραγματικούς ανθρώπους. Η έλξη κατευθύνεται προς κόσμους χωρίς αμηχανία, χωρίς κριτική, χωρίς ενδεχόμενο απόρριψης. Πρόκειται για ασφαλείς φαντασιώσεις, αλλά και για μια συνήθεια που διαμορφώνει διαφορετικά τις προσδοκίες για την ανθρώπινη επαφή.
Μέσα σε όλα αυτά, οι σύντροφοι Τεχνητής Νοημοσύνης και τα chatbots αποκτούν κεντρικό ρόλο. Ένα σημαντικό ποσοστό εφήβων έχει ήδη δοκιμάσει ρομαντικές ή συναισθηματικές αλληλεπιδράσεις με ψηφιακούς «συντρόφους» — και αρκετοί δηλώνουν πως αυτές οι σχέσεις είναι εξίσου ή και περισσότερο ικανοποιητικές από τις ανθρώπινες. Γιατί; Επειδή η τεχνητή νοημοσύνη προσφέρει αυτά που οι άνθρωποι δεν μπορούν πάντα να εγγυηθούν: σταθερότητα, καλοσύνη, διαθεσιμότητα, μηδενική κρίση. Ένα chatbot δεν θα σε προδώσει, δεν θα γελάσει μαζί σου, δεν θα διαδώσει κάτι προσωπικό, δεν θα σε εκθέσει. Σε μια εποχή όπου ένα στιγμιότυπο οθόνης μπορεί να μετατραπεί σε δημόσιο εξευτελισμό, η ασφάλεια της αλγοριθμικής συντροφικότητας γίνεται πολύτιμη.
Ωστόσο, το πρόβλημα δεν είναι η τεχνολογία. Είναι η απουσία σταθερής, προστατευτικής, ανθρώπινης παρουσίας. Για τα παιδιά και τους εφήβους που έχουν μια γερή βάση πραγματικών σχέσεων, η ψηφιακή οικειότητα μπορεί να λειτουργήσει συμπληρωματικά, ίσως και θεραπευτικά. Για όσους όμως ζουν σε περιβάλλοντα συναισθηματικής αβεβαιότητας, το τεχνητό ενδιαφέρον δεν γεμίζει το κενό, το βαθαίνει.
Η λύση δεν βρίσκεται στον φόβο της τεχνητής νοημοσύνης ούτε στην προσπάθεια να αποκόψουμε τους νέους από τις ψηφιακές τους συνήθειες. Βρίσκεται στο να κάνουμε τις ανθρώπινες σχέσεις πιο φιλόξενες, πιο αξιόπιστες και πιο ευχάριστες. Οι ενήλικες δίνουν τον τόνο. Αν εμείς χρησιμοποιούμε το διαδίκτυο για να ντροπιάζουμε, να ακυρώνουμε και να επιτιθέμεθα, τότε τι περιμένουμε από τους εφήβους; Αντίθετα, αν καλλιεργήσουμε κουλτούρα κατανόησης, περιέργειας και συναισθηματικής επιδιόρθωσης, προσφέρουμε ένα υπόδειγμα που μπορεί να αντιγράψει και η νεότερη γενιά.
Τα παιδιά χρειάζονται εμπειρίες όπου η ανθρώπινη επαφή είναι ασφαλής, τρυφερή και σταθερή. Χρειάζονται ενήλικες που τους δείχνουν ότι η αληθινή οικειότητα μπορεί να είναι ευχάριστη και όχι επικίνδυνη. Αυτές οι πρώιμες εμπειρίες είναι που θα καθορίσουν αν η τεχνητή νοημοσύνη θα λειτουργήσει ως χρήσιμη προσθήκη ή ως υποκατάστατο των ανθρώπινων σχέσεων.
Όταν ένα chatbot μοιάζει πιο ανθρώπινο από τους ανθρώπους που το περιβάλλουν, το πρόβλημα δεν βρίσκεται στους αλγόριθμους. Βρίσκεται στην κοινωνία που έχουμε χτίσει γύρω από τους νέους. Η τεχνητή οικειότητα δεν είναι απειλή, είναι μια προειδοποίηση. Αν δεν ξαναχτίσουμε ένα περιβάλλον όπου η καλοσύνη και η συναισθηματική ασφάλεια θεωρούνται δεδομένες, η επόμενη γενιά θα συνεχίσει να αναζητά στους ψηφιακούς συντρόφους αυτό που δεν βρίσκει στους ανθρώπους.
