Επιστήμονες προειδοποιούν με επιτακτικό τρόπο ότι οι συνθετικές χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται ευρέως στη σύγχρονη παραγωγή τροφίμων προκαλούν σημαντικά προβλήματα δημόσιας υγείας, οδηγώντας σε αυξημένα ποσοστά καρκίνου, νευροαναπτυξιακών διαταραχών και υπογονιμότητας, ενώ ταυτόχρονα υπονομεύουν τη βάση της παγκόσμιας γεωργίας.
Η έκθεση, που συντάχθηκε από δεκάδες επιστήμονες με τη συμμετοχή ερευνητών από πανεπιστήμια και οργανισμούς σε Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρώπη, εκτιμά ότι το ετήσιο κόστος για την υγεία από τέσσερις κύριες κατηγορίες χημικών — τις φθαλικές ενώσεις, τις δισφαινόλες, τα φυτοφάρμακα και τις PFAS («μόνιμες ουσίες») — ανέρχεται έως και 2,2 τρισ. δολάρια, ποσό που συγκρίνεται με τα ετήσια κέρδη των 100 μεγαλύτερων δημόσιων εταιρειών παγκοσμίως.
Οι φθαλικές ενώσεις και οι δισφαινόλες είναι χημικές προσμίξεις που εντοπίζονται σε πλαστικά υλικά και συσκευασίες τροφίμων, ενώ τα φυτοφάρμακα χρησιμοποιούνται εκτενώς στη βιομηχανική γεωργία για την προστασία των καλλιεργειών. Οι ουσίες PFAS βρίσκονται σε υλικά επαφής με τρόφιμα, όπως χάρτινες συσκευασίες για ποπκόρν ή είδη ταπερ, και έχουν συσσωρευτεί στο περιβάλλον με τρόπο που οδηγεί στη μόλυνση του αέρα, του νερού και του εδάφους.
Οι επιπτώσεις στην υγεία είναι πολλαπλές: οι χημικές αυτές ουσίες έχουν συνδεθεί με διαταραχές του ενδοκρινικού συστήματος, αυξημένο κίνδυνο καρκίνου, γενετικών ανωμαλιών, διανοητικών δυσκολιών και παχυσαρκίας, ενώ μπορεί να επηρεάζουν ακόμα και την ανάπτυξη των παιδιών. Ειδικοί παιδιατρικής επισημαίνουν την ανησυχία τους για τις μακροπρόθεσμες συνέπειες στην ανάπτυξη του εγκεφάλου και στη συνολική υγεία των νέων γενιών.
Η παραγωγή συνθετικών χημικών έχει αυξηθεί δραματικά από τα μέσα του 20ού αιώνα — περισσότερο από 200 φορές από τη δεκαετία του 1950 — και σήμερα υπάρχουν πάνω από 350.000 τέτοιες ουσίες στην παγκόσμια αγορά, εκ των οποίων μόνο ελάχιστες έχουν υπόκειται σε πλήρη δοκιμή ασφάλειας πριν τη χρήση τους.
Εκτός από το τεράστιο οικονομικό βάρος για τα συστήματα υγείας, η έκθεση υπογραμμίζει και το πρόσθετο κόστος για το περιβάλλον. Η ρύπανση εδαφών, υδάτων και οικοσυστημάτων προσθέτει περίπου 640 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, καθώς επηρεάζονται η ποιότητα του νερού και η γεωργική παραγωγή.
Μια από τις πιο ανησυχητικές εκτιμήσεις της μελέτης είναι η πιθανή επίδραση στην παγκόσμια δημογραφία. Αν η έκθεση σε ουσίες που διαταράσσουν το ενδοκρινικό σύστημα συνεχιστεί στα ίδια επίπεδα, ενδέχεται μέχρι το τέλος του αιώνα να καταγραφούν 200 με 700 εκατομμύρια λιγότερες γεννήσεις παγκοσμίως.
Οι συγγραφείς της έκθεσης καλούν για άμεση δράση: να περιοριστούν ή να καταργηθούν ορισμένες επικίνδυνες χρήσεις χημικών, να ανασχεδιαστούν προϊόντα και διαδικασίες ώστε να μειωθεί η ανάγκη για τέτοιες ουσίες, να βρεθούν ασφαλέστερες εναλλακτικές και να καθαριστούν οι ήδη μολυσμένες περιοχές. Υποστηρίζουν ότι με τέτοιες παρεμβάσεις μπορούν να μειωθούν σημαντικά τα κόστη υγείας και οι περιβαλλοντικές ζημιές, προστατεύοντας ανθρώπους και τη φύση.
Η προειδοποίηση των επιστημόνων είναι σαφής: η κρίση των συνθετικών χημικών που διαπερνά το σύστημα τροφίμων δεν αποτελεί απλώς περιβαλλοντικό πρόβλημα, αλλά ένα βαθύ και ολοένα πιο επείγον ζήτημα δημόσιας υγείας που απαιτεί άμεσες πολιτικές και ρυθμιστικές λύσεις.
