Σε ένα ερημικό τοπίο της βορειοδυτικής Κίνας, εκεί όπου κάποτε οι άνεμοι δημιουργούσαν θύελλες σκόνης, σήμερα υψώνονται τεράστιοι ηλιακοί πύργοι που απορροφούν τον ήλιο και συμβολίζουν μια ιστορική μεταστροφή. Η μετάβαση αυτή δεν είναι απλώς τεχνολογική, αλλά βαθιά στρατηγική. Η Κίνα βλέπει πλέον την κλιματική αλλαγή ως ζήτημα εθνικής επιβίωσης και ασφάλειας, όχι απλώς ως περιβαλλοντική υποχρέωση.
Για δεκαετίες, η χώρα εξαρτιόταν από εισαγόμενη ενέργεια, καύσιμα και ορυκτά, γεγονός που την καθιστούσε ευάλωτη σε εξωτερικούς κραδασμούς και γεωπολιτικές πιέσεις. Όταν συνειδητοποίησε ότι ένα τέτοιο μοντέλο δεν μπορούσε να εξασφαλίσει τη σταθερότητά της, επέλεξε τον δρόμο της ενεργειακής και τεχνολογικής αυτοδυναμίας. Η παραγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, η ανάπτυξη φωτοβολταϊκών, μπαταριών και ηλεκτρικών οχημάτων μετατράπηκαν σε πυλώνες ενός νέου αφηγήματος αυτάρκειας. Η πράσινη βιομηχανία έγινε πολιτικό εργαλείο, ικανό να μειώσει την εξάρτηση και να ενισχύσει την εθνική ασφάλεια.
Η κλιματική κρίση δεν αποτελεί για την Κίνα αφηρημένη απειλή. Οι επαναλαμβανόμενες πλημμύρες στη λεκάνη του Γιανγκτσέ, οι ακραίες θερμοκρασίες στις δυτικές επαρχίες και η συρρίκνωση των υδάτινων πόρων επιβεβαίωσαν ότι η προσαρμογή στο κλίμα είναι όρος πολιτικής σταθερότητας. Η νέα πολιτική της κυβέρνησης αντιμετωπίζει την ενέργεια, το νερό και την τροφή ως αλληλένδετους τομείς εθνικής ασφάλειας. Στο πλαίσιο αυτό, τα δίκτυα ηλεκτροδότησης, η ανάπτυξη υποδομών και η αναδιάρθρωση της βιομηχανίας αποτελούν τμήματα μιας ευρύτερης στρατηγικής ανθεκτικότητας.
Η στροφή αυτή, ωστόσο, δεν μένει εντός συνόρων. Η Κίνα έχει επεκταθεί και με έναν νέο τρόπο: εξάγει όχι μόνο σιδηροδρομικές και λιμενικές υποδομές, αλλά και πράσινη τεχνολογία. Ηλιακά πάνελ, ανεμογεννήτριες και ηλεκτρικά λεωφορεία διασχίζουν πλέον τα ίδια δίκτυα που κάποτε μετέφεραν άνθρακα και χάλυβα. Η Ασία και ιδιαίτερα οι χώρες της ASEAN λειτουργούν ως πεδίο δοκιμής αυτής της στρατηγικής. Αν η Κίνα καταφέρει να συνδυάσει την τεχνολογική της ισχύ με κοινωνική σταθερότητα και περιφερειακή συνεργασία, θα μπορέσει να διαμορφώσει ένα νέο πρότυπο πράσινης ανάπτυξης για τον αναπτυσσόμενο κόσμο.
Ωστόσο, η μετάβαση αυτή παραμένει αντιφατική. Η Κίνα εξακολουθεί να είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής άνθρακα στον κόσμο, ενώ οι εκπομπές της συνεχίζουν να αυξάνονται. Η ανάγκη για κοινωνική συνοχή, για επανακατάρτιση των εργαζομένων και για μείωση των ανισοτήτων είναι εξίσου κρίσιμη με την τεχνολογική πρόοδο. Οι πολιτικές της αυτοματοποίησης και της τεχνητής νοημοσύνης δημιουργούν ευκαιρίες, αλλά και ανησυχίες για απώλειες θέσεων εργασίας.
Η πράσινη μετάβαση της Κίνας, λοιπόν, δεν είναι απλώς μια προσπάθεια περιβαλλοντικής βιωσιμότητας. Είναι μια πράξη πολιτικής επιβίωσης. Στηρίζεται σε μια λογική αυτάρκειας, ασφάλειας και κοινωνικής ανθεκτικότητας. Αν η χώρα καταφέρει να ισορροπήσει ανάμεσα στην οικονομική ανάπτυξη, την περιβαλλοντική προστασία και τη σταθερότητα των κοινωνιών της, τότε μπορεί να αποτελέσει υπόδειγμα για έναν κόσμο που αναζητά νέα μοντέλα ανάπτυξης. Αν όχι, θα γίνει προειδοποίηση για το τι συμβαίνει όταν η τεχνολογία προηγείται της κοινωνίας.
Η Κίνα, θέλοντας και μη, έχει μετατρέψει το κλίμα σε πεδίο γεωπολιτικής ισχύος και σε όχημα εθνικής επιβίωσης. Και καθώς ο υπόλοιπος κόσμος παρακολουθεί, το πραγματικό ερώτημα δεν είναι αν θα ηγηθεί της ενεργειακής μετάβασης, αλλά αν θα μπορέσει να το κάνει χωρίς να χάσει την κοινωνική ισορροπία που τη στηρίζει.
