Η Ευρωπαϊκή Ένωση προχώρησε για πρώτη φορά στη δημιουργία νομοθεσίας αφιερωμένη αποκλειστικά στην υγεία των εδαφών – μια καθοριστική στιγμή για την περιβαλλοντική πολιτική, όχι μόνο εντός της ΕΕ αλλά και παγκοσμίως. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επικύρωσε τη συμφωνία στις 23 Οκτωβρίου 2025, με την υποστήριξη 341 ευρωβουλευτών, βάζοντας τέλος σε μήνες έντονων διαπραγματεύσεων και διαβουλεύσεων με ενδιαφερόμενους φορείς. Η νέα οδηγία καθιερώνει ένα κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο για την παρακολούθηση και αξιολόγηση της κατάστασης των εδαφών, με στόχο τα εδάφη της ΕΕ να βρίσκονται σε υγιή και ανθεκτική κατάσταση έως το 2050.
Σύμφωνα με τη νέα οδηγία, τα κράτη‑μέλη θα παρακολουθούν την υγεία των εδαφών τους, αξιολογώντας τη φυσική, χημική και βιολογική τους κατάσταση με κοινή μεθοδολογία. Οι δείκτες θα είναι κοινοί για όλα τα κράτη, αλλά η εφαρμογή μπορεί να βασιστεί σε υπάρχουσες εθνικές εκστρατείες παρακολούθησης ή σε ισοδύναμες μεθοδολογίες. Η Επιτροπή θα στηρίξει τα κράτη μέλη, ενισχύοντας το πρόγραμμα δειγματοληψίας και παρέχοντας οικονομική και τεχνική υποστήριξη.
Η νομοθεσία δεν επιβάλλει νέες υποχρεώσεις στους αγρότες ή στους δασοκόμους. Αντιθέτως, τα κράτη μέλη οφείλουν να τους βοηθήσουν να βελτιώσουν την υγεία και την ανθεκτικότητα του εδάφους μέσω προτάσεων, κατάρτισης, έρευνας, καινοτομίας και δράσεων ευαισθητοποίησης. Ταυτόχρονα, θα αξιολογείται και το οικονομικό κόστος για τους γεωργούς ώστε να υπάρχει δίκαιη εφαρμογή των μέτρων.
Η νομοθεσία περιλαμβάνει επίσης μέτρα για τα μολυσμένα εδάφη: εντός 10 ετών από την εφαρμογή της, τα κράτη‑μέλη θα πρέπει να καταρτίσουν δημόσιο κατάλογο δυνητικά μολυσμένων εκτάσεων και να αντιμετωπίσουν τυχόν κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον. Επιπλέον, εντός 18 μηνών θα δημιουργηθεί κατάλογος αναδυόμενων ουσιών που θεωρούνται επικίνδυνες, όπως τα φυτοφάρμακα, για παρακολούθηση και περιορισμό τους.
Η οδηγία θα τεθεί σε ισχύ 20 ημέρες μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ και τα κράτη μέλη θα έχουν τρία χρόνια για να την ενσωματώσουν στο εθνικό τους δίκαιο. Εκτιμάται ότι 60% έως 70% των ευρωπαϊκών εδαφών είναι μη υγιή, εξαιτίας αστικοποίησης, εντατικής γεωργίας, χαμηλής ανακύκλωσης γης και της κλιματικής κρίσης. Η υποβάθμιση των εδαφών επηρεάζει την κλιματική κρίση, τη βιοποικιλότητα και τις οικοσυστημικές υπηρεσίες, με ετήσιο κόστος στην ΕΕ άνω των 50 δισ. ευρώ. Όπως δήλωσε ο εισηγητής Martin Hojsík: «Χωρίς υγιή εδάφη δεν υπάρχει μέλλον, και χωρίς γνώση της κατάστασής τους δεν μπορούμε να τα προστατεύσουμε».
