Η Ευρωπαϊκή Ένωση προχώρησε επίσημα στην απόφαση να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με το Ηνωμένο Βασίλειο, με στόχο τη σύνδεση των συστημάτων εμπορίας εκπομπών των δύο πλευρών. Η πρωτοβουλία αυτή σηματοδοτεί μια προσπάθεια επαναπροσέγγισης στους τομείς της περιβαλλοντικής και οικονομικής πολιτικής που είχαν αποκλίνει μετά το Brexit.
Γιατί τώρα;
Η έναρξη των διαπραγματεύσεων ακολουθεί τη συμφωνία κατανόησης που επιτεύχθηκε στη Σύνοδο Κορυφής ΕΕ–ΗΒ τον Μάιο του 2025. Η συμφωνία αυτή έθεσε τις βάσεις για έναν κοινό οδικό χάρτη, με στόχο να καταστούν οι αγορές άνθρακα των δύο πλευρών συμβατές και να επιτρέπεται η αναγνώριση των δικαιωμάτων εκπομπών που εκδίδει η κάθε πλευρά.
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εξουσιοδότησε επίσημα την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προχωρήσει στις συνομιλίες. Οι διαπραγματεύσεις θα καθορίσουν το πλαίσιο λειτουργίας των συνδεδεμένων συστημάτων, τους τομείς που θα καλυφθούν, καθώς και τη διαδικασία επέκτασης σε επιπλέον κλάδους στο μέλλον.
Τι κερδίζουν οι δύο πλευρές
Η σύνδεση των συστημάτων εμπορίας εκπομπών αναμένεται να μειώσει τον κίνδυνο μεταφοράς παραγωγικής δραστηριότητας σε χώρες με χαμηλότερα περιβαλλοντικά πρότυπα, ενισχύοντας τη συνοχή της πολιτικής για το κλίμα στην ευρύτερη ευρωπαϊκή περιοχή. Παράλληλα, διευκολύνει σημαντικά το εμπόριο, καθώς η αμοιβαία αναγνώριση των δικαιωμάτων εκπομπών θα περιορίσει διοικητικά εμπόδια και θα μειώσει το κόστος συμμόρφωσης για τις επιχειρήσεις.
Οι δύο πλευρές θα μπορούν, επιπλέον, να θεσπίσουν εξαιρέσεις στα αντίστοιχα συστήματα μηχανισμών προσαρμογής άνθρακα στα σύνορα, γεγονός που θα μειώσει τις προστριβές στο διμερές εμπόριο και θα δημιουργήσει ένα πιο σταθερό επενδυτικό περιβάλλον. Η σύγκλιση αυτή θεωρείται επίσης σημαντική για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας ενεργοβόρων βιομηχανιών, οι οποίες επωμίζονται το μεγαλύτερο μέρος του κόστους από την τιμολόγηση του άνθρακα.
Προκλήσεις και τεχνικά εμπόδια
Παρά τα σημαντικά οφέλη, η σύνδεση δύο διαφορετικών συστημάτων εμπορίας εκπομπών αποτελεί σύνθετη διαδικασία. Απαιτείται συντονισμός σε επίπεδο κανόνων, παρακολούθησης, αναφοράς και επαλήθευσης εκπομπών, ώστε να διασφαλιστεί ότι οι άδειες που κυκλοφορούν σε κάθε σύστημα έχουν ισοδύναμη περιβαλλοντική αξία. Επιπλέον, αναδεικνύεται η ανάγκη για σαφείς προβλέψεις σχετικά με τον τρόπο ενσωμάτωσης νέων τομέων, όπως η δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα, που εξελίσσονται ταχέως και απαιτούν διακρατική συνεργασία.
Καθώς η ΕΕ διαθέτει έναν από τους πιο αυστηρούς μηχανισμούς τιμολόγησης άνθρακα παγκοσμίως, οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι δεν θα προκύψει υποβάθμιση των περιβαλλοντικών στόχων. Πρόκειται για κρίσιμο σημείο, καθώς η ισοτιμία φιλοδοξίας αποτελεί βασική προϋπόθεση για κάθε διεθνή σύνδεση αγορών άνθρακα.
Στρατηγική σημασία
Η ενδεχόμενη σύνδεση των δύο ETS θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική για την κλιματική πολιτική και για τις εμπορικές σχέσεις ΕΕ–ΗΒ. Μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για μελλοντικές συμφωνίες με άλλες χώρες που διαθέτουν ή αναπτύσσουν αντίστοιχα συστήματα, συμβάλλοντας στη δημιουργία μιας πιο ενοποιημένης διεθνούς αγοράς άνθρακα.
Επιπλέον, η σύγκλιση αυτή μπορεί να ενισχύσει τη χρηματοδότηση πράσινων επενδύσεων, να μειώσει την αβεβαιότητα για τις επιχειρήσεις και να συμβάλει στη σταθεροποίηση των τιμών άνθρακα, κάτι που είναι απαραίτητο για τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό της βιομηχανίας και της ενέργειας.
Τι έπεται
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα αναλάβει την πλήρη διαπραγματευτική διαδικασία με το Ηνωμένο Βασίλειο. Μόλις επιτευχθεί συμφωνία, θα χρειαστεί έγκριση από το Συμβούλιο της ΕΕ για να τεθεί σε ισχύ. Το ενδιαφέρον των επιχειρήσεων και των κρατών-μελών είναι υψηλό, καθώς η σύνδεση των συστημάτων αναμένεται να έχει άμεσες επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα, στις εμπορικές ροές και στην επίτευξη των στόχων κλιματικής ουδετερότητας.
Το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων θα αποτελέσει καθοριστικό βήμα για την πλαισίωση των μελλοντικών σχέσεων ΕΕ–ΗΒ και για την ενίσχυση της συνεργασίας σε έναν από τους σημαντικότερους πυλώνες της πράσινης μετάβασης.
