Η πρόσφατη συνάντηση του Ντόναλντ Τραμπ με τον Σι Τζινπίνγκ στο Μπουσάν της Νότιας Κορέας άφησε πίσω της ένα μείγμα αντίθετων μηνυμάτων: από τη μια η μείωση δασμών στην Κίνα και η υπόσχεση για συνολική εμπορική συμφωνία, από την άλλη η εντολή για δοκιμή πυρηνικών όπλων, πρώτη φορά μετά από τριάντα χρόνια. Η εικόνα αυτή δεν είναι απλώς μια έκφραση διπλωματικού θράσους, είναι το σύμβολο μιας εποχής όπου η οικονομία, η τεχνολογία και η στρατιωτική ισχύς συνυφαίνονται στενά, δημιουργώντας ένα εξαιρετικά ρευστό γεωπολιτικό περιβάλλον.
Η Κίνα έχει καταφέρει να μετατρέψει τα κρίσιμα μέταλλα και τις σπάνιες γαίες σε μοχλό παγκόσμιας ισχύος. Ο έλεγχος ολόκληρης της αλυσίδας παραγωγής — από τα ορυχεία έως τα τελικά προϊόντα τεχνολογίας — καθιστά την κινεζική στρατηγική αδιαμφισβήτητη: ό,τι κινείται από ηλεκτρικά αυτοκίνητα μέχρι μπαταρίες και ανεμογεννήτριες περνά, άμεσα ή έμμεσα, από τα χέρια της. Η Δύση, αντιμέτωπη με αυτή την πραγματικότητα, επιχειρεί να ανακτήσει έλεγχο μέσω επενδύσεων σε εξορυκτικές μονάδες, ανακύκλωση και τεχνολογική καινοτομία, αλλά το χάσμα δεκαετιών εμπειρίας δεν γεφυρώνεται εύκολα.
Ταυτόχρονα, η μείωση των αμερικανικών δασμών από 57% σε 47%, η επανέναρξη των αγορών σόγιας και η διατήρηση των εξαγωγών σπάνιων γαιών δείχνουν πως η οικονομική διπλωματία παραμένει κρίσιμο εργαλείο. Είναι μια κίνηση που ενισχύει την εμπιστοσύνη στις αγορές, αλλά δεν μπορεί να κρύψει την κλιμακούμενη γεωπολιτική ένταση, ειδικά όταν ο πυρηνικός παράγοντας εισέρχεται ξανά στο τραπέζι. Η ανακοίνωση για πυρηνικές δοκιμές αποτελεί σαφές μήνυμα προς Κίνα και Ρωσία: η ισχύς δεν μετριέται μόνο σε οικονομικά μεγέθη, αλλά και σε στρατιωτική απειλή.
Η τεχνολογία παίζει διττό ρόλο σε αυτό το παιχνίδι. Από τη μία, η κινεζική κυριαρχία στις σπάνιες γαίες της δίνει πλεονέκτημα στην πράσινη μετάβαση και τις υψηλές τεχνολογίες. Από την άλλη, η ίδια η τεχνολογία είναι παράγοντας ευπάθειας: εξαρτήσεις από κρίσιμα υλικά, ενεργειακή κατανάλωση και περιβαλλοντικές συνέπειες δημιουργούν αλυσίδες κινδύνου που συνδέονται άμεσα με την παγκόσμια ασφάλεια.
Και τέλος, υπάρχει η σκιά του πυρηνικού ολοκαυτώματος. Παρά την τρέχουσα πολιτική ρητορική και τις στρατιωτικές επιδείξεις, η πιθανότητα άμεσης χρήσης πυρηνικών όπλων παραμένει χαμηλή — αλλά το ενδεχόμενο αυτό επηρεάζει ήδη αποφάσεις επενδύσεων, εμπορίου και στρατηγικής. Οικονομία και γεωπολιτική δεν λειτουργούν σε κενό, το ενδεχόμενο πυρηνικής απειλής αναγκάζει τις χώρες να ενισχύουν αποθέματα, να διαφοροποιούν τις αλυσίδες εφοδιασμού και να σχεδιάζουν στρατηγικά σενάρια, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει θυσίες στην κοινωνική και περιβαλλοντική βιωσιμότητα.
Η ιστορία αυτή διδάσκει ότι η ισχύς στον 21ο αιώνα χτίζεται με έλεγχο κρίσιμων πόρων, τεχνολογική κυριαρχία και γεωπολιτική στρατηγική, ενώ η οικονομία, η τεχνολογία και η ασφάλεια γίνονται αλληλένδετες. Η Κίνα το κατάλαβε πρώτα, οι ΗΠΑ απαντούν με συνδυασμό δασμών, επενδύσεων και στρατιωτικών μέτρων, και η Ευρώπη τρέχει να κρατήσει ισορροπία ανάμεσα σε άμυνα και κοινωνική ανθεκτικότητα. Το ερώτημα παραμένει: μπορεί η ανθρωπότητα να διαχειριστεί αυτή τη σύνθετη εξίσωση χωρίς να φτάσει στα όρια του καταστροφικού;
