Σε πολλές μεγάλες οικονομίες του πλανήτη, ιδιαίτερα στις Ηνωμένες Πολιτείες, διαμορφώνεται μια νέα λογική στη σχέση ανάμεσα σε εργοδότη και εργαζόμενο. Μετά από χρόνια που η ευελιξία, η τηλεργασία και οι πολιτικές συμπερίληψης προβάλλονταν ως σημεία προόδου, οι επιχειρήσεις στρέφονται σήμερα προς μια πιο «πειθαρχημένη» μορφή εταιρικής κουλτούρας.
Οι διευθύνοντες σύμβουλοι και οι ανώτεροι μάνατζερ ζητούν από τους εργαζομένους να επιστρέψουν στα γραφεία, να δείξουν «δέσμευση» και «πίστη» στην αποστολή της εταιρείας, να ευθυγραμμιστούν με τους στόχους της και να αποδεχτούν τη ραγδαία ενσωμάτωση της τεχνητής νοημοσύνης στην καθημερινή εργασία. Στο νέο αυτό αφήγημα, η πίστη στον οργανισμό θεωρείται ισάξια με την απόδοση, ενώ η αμφισβήτηση ή η επιφυλακτικότητα μεταφράζονται ως έλλειψη επαγγελματισμού.
Η μεταπανδημική αναστροφή
Η πανδημία έφερε μια πρωτόγνωρη ανατροπή. Για πρώτη φορά, εκατομμύρια άνθρωποι απέκτησαν την εμπειρία της τηλεργασίας, της αυτονομίας και της ισορροπίας μεταξύ ζωής και εργασίας. Η σχέση με την εργασία άλλαξε: ο εργαζόμενος ένιωσε ότι μπορεί να έχει φωνή, ότι η παραγωγικότητα δεν εξαρτάται από την παρουσία στο γραφείο, ότι η εμπιστοσύνη μπορεί να υποκαταστήσει τον έλεγχο.
Ωστόσο, λίγα χρόνια αργότερα, η ισορροπία αυτή φαίνεται να ανατρέπεται ξανά. Οι εργοδότες επικαλούνται την ανάγκη για «συνεργασία», «συνοχή» και «καινοτομία» μέσα από τη φυσική συνύπαρξη. Παράλληλα, οι πιέσεις της αγοράς και η διείσδυση της τεχνητής νοημοσύνης καθιστούν την εργασιακή ευελιξία λιγότερο ελκυστική για τα στελέχη που θέλουν να επιβλέπουν άμεσα την παραγωγικότητα και τη συμμόρφωση των ομάδων τους.
Στις ΗΠΑ, το φαινόμενο αυτό είναι ήδη εμφανές: πολλές μεγάλες εταιρείες έχουν μειώσει ή καταργήσει την τηλεργασία, ενώ προβάλλουν μια νέα «κουλτούρα γραφείου» όπου η φυσική παρουσία θεωρείται συνώνυμη με τη δέσμευση. Σε ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γερμανία ή η Γαλλία, η αλλαγή είναι πιο συγκρατημένη, εκεί οι συνδικαλιστικές δομές και τα νομικά πλαίσια προστατεύουν ακόμη τον εργαζόμενο από τέτοιου είδους πίεση.
Το παράδειγμα της Ελλάδας
Η Ελλάδα, αν και παρακολουθεί αυτές τις διεθνείς τάσεις, λειτουργεί σε διαφορετικό πλαίσιο. Η τηλεργασία καθιερώθηκε κυρίως λόγω της πανδημίας και έκτοτε έχει παραμείνει σε περιορισμένο βαθμό, κυρίως σε τομείς όπως η τεχνολογία, οι επικοινωνίες και οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες.
Η ελληνική αγορά εργασίας εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από έντονη ιεραρχία, διαπροσωπικές σχέσεις και συχνά την ανάγκη «φυσικής παρουσίας» ως ένδειξη αφοσίωσης. Ωστόσο, οι νεότερες γενιές εργαζομένων, ειδικά όσοι δραστηριοποιούνται σε πιο διεθνοποιημένα περιβάλλοντα, φέρνουν σταδιακά άλλες αξίες: αυτονομία, νόημα στην εργασία, χρόνο για προσωπική ζωή.
Εδώ, λοιπόν, η «πίστη» δεν έχει ακόμη τη μορφή ιδεολογικής συμμόρφωσης, όπως αρχίζει να παρατηρείται αλλού. Έχει περισσότερο τη μορφή προσωπικής σχέσης με την επιχείρηση ή τον προϊστάμενο — μια κουλτούρα που, αν και πιο ανθρώπινη, συχνά παραμένει εξαρτησιακή.
Πίσω από τη ρητορική της δέσμευσης
Η ρητορική της «πίστης» συχνά ντύνεται με θετικούς όρους: δέσμευση, ομαδικότητα, ευθυγράμμιση. Όμως πίσω της κρύβεται μια επανεγκαθίδρυση εξουσίας. Η εργασία παύει να είναι απλώς συμβόλαιο ανταλλαγής δεξιοτήτων και μισθού και μετατρέπεται σε δοκιμασία ιδεολογικής συμμετοχής.
Η τεχνητή νοημοσύνη προστίθεται ως νέα παράμετρος αυτής της πειθαρχίας. Οι εργαζόμενοι καλούνται όχι μόνο να αποδεχτούν τα νέα εργαλεία, αλλά και να αποδείξουν ότι μπορούν να παραμείνουν χρήσιμοι μέσα σε ένα οικοσύστημα που αυτοματοποιείται. Όποιος δείχνει δισταγμό, θεωρείται αναχρονιστικός, όποιος αντιστέκεται, «μη παραγωγικός».
Αυτό δημιουργεί ένα παράδοξο: την ώρα που οι επιχειρήσεις επενδύουν στη διαφοροποίηση και την καινοτομία, περιορίζουν τα περιθώρια για διαφορετική σκέψη ή αμφισβήτηση.
Η ουσία της εργασιακής πίστης
Αν υπάρχει ένα δίδαγμα από αυτή τη στροφή, είναι ότι η πραγματική πίστη δεν επιβάλλεται με διατάγματα, ούτε εξασφαλίζεται με κάρτες παρουσίας. Καλλιεργείται με εμπιστοσύνη, δίκαιες συνθήκες και νόημα στο έργο που παράγει ο εργαζόμενος.
Σε έναν κόσμο όπου η τεχνολογία ανατρέπει τις σταθερές, ίσως η πιο ανθρώπινη απάντηση δεν είναι η συμμόρφωση αλλά η συνδημιουργία. Οι εταιρείες που θα επιβιώσουν δεν θα είναι εκείνες που θα απαιτήσουν υποταγή, αλλά εκείνες που θα εμπνεύσουν συμμετοχή.
Ίσως τελικά αυτό να είναι και το πραγματικό στοίχημα της εποχής μας — όχι αν θα δουλεύουμε από το γραφείο ή από το σπίτι, αλλά αν μπορούμε να δουλεύουμε με αξιοπρέπεια, ελευθερία και αμοιβαίο σεβασμό.
