Μια νέα, πρωτοποριακή ανάλυση του DNA από αίμα του Αδόλφου Χίτλερ φέρνει στο φως στοιχεία για την καταγωγή, την υγεία και πιθανές νευροαναπτυξιακές προδιαθέσεις του δικτάτορα. Η έρευνα, όμως, δεν περιορίζεται στην επιστήμη, προκαλεί έντονες συζητήσεις για την ηθική, το στίγμα και την κοινωνική ευθύνη της επιστήμης.
Η διεθνής ομάδα επιστημόνων κατάφερε να επιβεβαιώσει ότι ο Χίτλερ δεν είχε εβραϊκή καταγωγή και ότι εμφάνιζε το σύνδρομο Kallmann, μια γενετική διαταραχή που επηρεάζει την ανάπτυξη των σεξουαλικών οργάνων και τη σεξουαλική ζωή. Παρά τις υπερβολικές αναφορές σε μεμονωμένα σωματικά χαρακτηριστικά, η πιο σημαντική ανακάλυψη αφορά την υψηλή γενετική προδιάθεση σε καταστάσεις όπως αυτισμός, διπολική διαταραχή και σχιζοφρένεια. Οι επιστήμονες όμως ξεκαθαρίζουν: πρόκειται μόνο για προδιάθεση και όχι διάγνωση.
Η καθηγήτρια γενετικής Turi King, επικεφαλής της έρευνας, τόνισε ότι η συμμετοχή της έγινε με πλήρη ακαδημαϊκή αυστηρότητα και προσεκτικά μέτρα ασφαλείας, ώστε να αποφευχθεί η υπερβολική προβολή των ευρημάτων. «Δεν ενδιαφέρομαι να παρουσιάσουμε τα δεδομένα με υπερβολή», λέει, «αλλά αν δεν το κάναμε εμείς, κάποιος άλλος θα το έκανε».
Το δείγμα DNA προήλθε από ένα κομμάτι υφάσματος με αίμα, που είχε αφαιρεθεί από τον καναπέ του καταφυγίου του Χίτλερ κατά την αυτοκτονία του το 1945. Η αυθεντικότητα του δείγματος επιβεβαιώθηκε μέσω σύγκρισης με δείγμα από άρρενο συγγενή του.
Ωστόσο, οι επιστημονικές ανακαλύψεις συνοδεύονται από έντονες κοινωνικές αντιδράσεις. Ορισμένοι γενετιστές επισημαίνουν τον κίνδυνο «γενετικού ντετερμινισμού» ή του στιγματισμού: η ανάγνωση συμπεριφορών και προσωπικότητας από το DNA μπορεί να οδηγήσει σε παρανοήσεις και προκαταλήψεις απέναντι σε ανθρώπους με παρόμοιες γενετικές προδιαθέσεις. Η καθηγήτρια Denise Syndercombe Court από το King’s College του Λονδίνου υποστηρίζει ότι «οι υποθέσεις για τον χαρακτήρα ή τη συμπεριφορά είναι επιστημονικά αβάσιμες».
Η Βρετανική Εθνική Εταιρεία Αυτισμού χαρακτήρισε την έρευνα «φτηνή προβολή» και καταδίκασε τη διασύνδεση των γενετικών ευρημάτων με τις ηθικές κρίσεις για τους αυτιστικούς. Παράλληλα, ιστορικοί όπως η Anne van Mourik επισημαίνουν ότι η εστίαση σε πιθανές διαταραχές του Χίτλερ αποσπά την προσοχή από τα πραγματικά μαθήματα της ιστορίας: ότι «κανονικοί άνθρωποι, υπό ορισμένες συνθήκες, μπορούν να διαπράξουν ή να αποδεχθούν φρικαλεότητες».
Η ανάλυση DNA, ωστόσο, προσφέρει νέες γνώσεις για την προσωπικότητα και τη ζωή του δικτάτορα. Το σύνδρομο Kallmann, για παράδειγμα, ίσως εξηγεί την σχεδόν πλήρη αφοσίωσή του στην πολιτική και την απουσία προσωπικής ζωής. Οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι η συνένωση γενετικής και ιστορίας είναι χρήσιμη μόνο όταν αντιμετωπίζεται με υπευθυνότητα και σεβασμό.
Καθώς τα αποτελέσματα της έρευνας εξετάζονται από ομότιμους επιστήμονες, οι ειδικοί συμφωνούν ότι πρέπει να χρησιμοποιηθούν «με μέτρο και σοβαρότητα», και ότι η ευθύνη αφορά όχι μόνο τους επιστήμονες αλλά και τα μέσα ενημέρωσης και το κοινό: να αποφεύγεται η παραπλάνηση και το στιγματιστικό περιεχόμενο.
Όπως λέει ο ιστορικός Dr. Kay: «Η επιστήμη μπορεί να φωτίσει το παρελθόν, αλλά πρέπει να το κάνει προσεκτικά. Η γνώση αυτή δεν καθορίζει την ηθική συμπεριφορά, ούτε εξηγεί από μόνη της τις φρικαλεότητες».
