Ο David Solomon, ο πανίσχυρος Διευθύνων Σύμβουλος της Goldman Sachs, ενός ονόματος συνώνυμου με τον παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό, σπάνια μιλάει με την ελαφρότητα ενός απλού παρατηρητή. Όταν ο ίδιος εκφέρει άποψη για την Τεχνητή Νοημοσύνη (AI), η Wall Street, και όχι μόνο, στέκεται προσοχή. Εν μέσω μιας παγκόσμιας συζήτησης που κυμαίνεται μεταξύ της τεχνολογικής ουτοπίας και της εργασιακής δυστοπίας, ο Solomon προσφέρει μια αναζωογονητικά ιστορική, αλλά και τρομακτικά ρεαλιστική οπτική. Η εκτίμησή του; Η AI όντως θα διαταράξει την αγορά εργασίας, αλλά με έναν τρόπο θεμελιωδώς διαφορετικό από ό,τι έχουμε ζήσει στο παρελθόν.
Η παρηγοριά της Ιστορίας: Περισσότερες δουλειές στο τέλος
Ο Solomon δεν είναι ένας μηδενιστής. Αντίθετα, η ανάλυσή του βασίζεται στην παρηγοριά της ιστορικής αναλογίας. Όταν η ηλεκτρική ενέργεια άλλαξε τις γραμμές παραγωγής ή όταν το διαδίκτυο μεταμόρφωσε την επικοινωνία και το εμπόριο, ο φόβος για την απώλεια θέσεων εργασίας ήταν διάχυτος. Κι όμως, κάθε φορά, η παραγωγικότητα που απελευθερώθηκε από αυτές τις καινοτομίες οδήγησε στη δημιουργία ολοκαίνουργιων βιομηχανιών και, τελικά, σε περισσότερες θέσεις εργασίας από αυτές που καταργήθηκαν. Για τον CEO της Goldman, η AI δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα. Θεωρεί ότι αυτοματοποιώντας τις βαρετές, επαναλαμβανόμενες εργασίες, η AI θα ελευθερώσει τους εργαζομένους να εστιάσουν σε πιο σύνθετα καθήκοντα, όπως η ανάλυση δεδομένων υψηλού επιπέδου και η στρατηγική επίβλεψη, διευρύνοντας εν τέλει το εργατικό δυναμικό. Μάλιστα, ο ίδιος προβλέπει ότι η Goldman Sachs θα έχει περισσότερους υπαλλήλους σε μια δεκαετία χάρη στην AI.
Η κρίσιμη διαφορά: Ο μηχανισμός της επιτάχυνσης
Πού βρίσκεται λοιπόν η διαφορά; Για τον Solomon, δεν είναι το τι κάνει η AI, αλλά το πόσο γρήγορα το κάνει. Αυτή είναι η κρίσιμη απόκλιση από τις προηγούμενες βιομηχανικές επαναστάσεις.
Η εισαγωγή του ηλεκτρισμού ή του τηλεφώνου ήταν μια σταδιακή διαδικασία που εκτεινόταν σε δεκαετίες. Οι επιχειρήσεις και οι εργαζόμενοι είχαν τον χρόνο να προσαρμοστούν, να εκπαιδευτούν εκ νέου και να μετακινηθούν από τον έναν κλάδο στον άλλο με έναν ρυθμό που η κοινωνία μπορούσε να απορροφήσει.
Η AI, και κυρίως η παραγωγική AI (Generative AI), λειτουργεί με εκθετικό ρυθμό. Η αλλαγή δεν είναι πλέον μια αργή, εξελικτική δύναμη, αλλά ένας καταρράκτης στιγμιαίας διαταραχής. Μια εργασία που χρειαζόταν ώρες ή μέρες για έναν στρατό νεότερων τραπεζιτών μπορεί τώρα να ολοκληρωθεί σε λίγα λεπτά. Αυτή η άνευ προηγουμένου επιτάχυνση σημαίνει ότι ενώ το μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα θα είναι θετικό για την ανάπτυξη των θέσεων εργασίας, η βραχυπρόθεσμη μετάβαση θα είναι πολύ πιο απότομη και επώδυνη.
«Η διαφορά δεν είναι στην κατεύθυνση, αλλά στην ταχύτητα,» υποστηρίζει, τονίζοντας ότι αυτή η ραγδαία ανάπτυξη απαιτεί από τις επιχειρήσεις να επενδύσουν τώρα σε υποδομές AI, όχι μόνο για να παραμείνουν ανταγωνιστικές, αλλά και για να διαχειριστούν την άμεση εκτόπιση εργατικού δυναμικού.
Εν κατακλείδι, η οπτική του David Solomon είναι μια προειδοποίηση ντυμένη με αισιοδοξία. Ναι, η ανθρωπότητα θα βγει κερδισμένη στο τέλος, με πιο σύνθετους και υψηλής αξίας ρόλους. Όμως, η αδυσώπητη ταχύτητα της AI είναι η νέα πρόκληση. Οι οργανισμοί και οι κυβερνήσεις δεν έχουν την πολυτέλεια του χρόνου που είχαν οι προκάτοχοί τους στην εποχή του ατμού ή της πληροφορικής. Πρέπει να προετοιμαστούν για μια άμεση μετατόπιση δεξιοτήτων—διαφορετικά, η εκθετική πρόοδος της AI κινδυνεύει να αφήσει πίσω της έναν ανυπολόγιστο αριθμό εργαζομένων.