Η ελληνική οικονομία έκανε ένα ακόμα σημαντικό βήμα προς την ενίσχυση της αξιοπιστίας της στις διεθνείς αγορές, με την αναβάθμιση της πιστοληπτικής της ικανότητας από τον οίκο αξιολόγησης DBRS. Η νέα βαθμολογία «BBB» με σταθερό outlook αποτελεί μια ισχυρή ένδειξη της προόδου που έχει επιτευχθεί, φέρνοντας τη χώρα πιο κοντά στη διατήρηση της επενδυτικής βαθμίδας από όλους τους μεγάλους οίκους αξιολόγησης.
Μετά από μια μακρά περίοδο οικονομικών δυσκολιών, οι βασικοί πυλώνες που συνέβαλαν σε αυτή την εξέλιξη είναι η μείωση των κόκκινων δανείων, η δημοσιονομική σταθερότητα και η προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Αυτοί είναι οι ίδιοι παράγοντες που θα διαδραματίσουν κρίσιμο ρόλο και στις επόμενες αξιολογήσεις, με την πιο σημαντική να προέρχεται από τη Moody’s την επόμενη Παρασκευή. Η Moody’s παραμένει ο μοναδικός μεγάλος οίκος που εξακολουθεί να κατατάσσει την Ελλάδα εκτός επενδυτικής βαθμίδας, γεγονός που καθιστά την επικείμενη αξιολόγησή της ιδιαίτερα σημαντική.
Μια θετική εξέλιξη σε μια αβέβαιη εποχή
Η αναβάθμιση από την DBRS χαιρετίστηκε ως ψήφος εμπιστοσύνης προς την ελληνική οικονομία από τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστή Χατζηδάκη. Η εξέλιξη αυτή μειώνει το επενδυτικό και οικονομικό ρίσκο της χώρας, σε μια περίοδο αυξημένων γεωπολιτικών αβεβαιοτήτων. Το διεθνές περιβάλλον χαρακτηρίζεται από εντάσεις και αβεβαιότητα, τόσο λόγω των γεωπολιτικών εξελίξεων όσο και λόγω των πολιτικών που ακολουθεί η κυβέρνηση Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η αναβάθμιση συμβάλλει στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επενδυτών προς την Ελλάδα, καθιστώντας πιο προσιτή τη χρηματοδότηση για το κράτος και τις επιχειρήσεις. Παράλληλα, επιτρέπει τη μείωση του κόστους δανεισμού, διευκολύνοντας την ανάπτυξη και τις επενδύσεις.
Οι τρεις παράγοντες που οδήγησαν στην αναβάθμιση
Σύμφωνα με την DBRS, η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας βασίστηκε σε τρεις βασικούς παράγοντες:
Ισχυρότερο τραπεζικό σύστημα
Οι ελληνικές τράπεζες είναι πλέον πιο ανθεκτικές και βρίσκονται σε καλύτερη θέση να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία, ακόμα και μετά τη λήξη του Ταμείου Ανάκαμψης. Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (κόκκινα δάνεια) έχει μειωθεί σημαντικά και βρίσκεται κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 2%. Αυτό βελτιώνει τη δυνατότητα των τραπεζών να χορηγούν δάνεια σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη της οικονομίας.
Δημοσιονομική σταθερότητα και πλεονάσματα
Η ελληνική οικονομία συνεχίζει να υπεραποδίδει σε δημοσιονομικό επίπεδο, με τα κρατικά έσοδα να ξεπερνούν τις προβλέψεις. Τα πρωτογενή πλεονάσματα διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα και αναμένεται να φτάσουν κατά μέσο όρο το 2,4% τα επόμενα χρόνια. Σύμφωνα με την DBRS, υπάρχει ακόμα και η πιθανότητα η ελληνική κυβέρνηση να επιτύχει μικρό πλεόνασμα το 2024. Η σταθερή δημοσιονομική πορεία μειώνει τους κινδύνους για τους επενδυτές και αυξάνει την εμπιστοσύνη στις προοπτικές της χώρας.
Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις
Οι μεταρρυθμίσεις παραμένουν στο επίκεντρο της ελληνικής στρατηγικής ανάπτυξης. Ο οίκος αξιολόγησης επισημαίνει ότι η Ελλάδα συνεχίζει να εφαρμόζει τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις που περιλαμβάνονται στο σχέδιο «Ελλάδα 2.0». Σημαντικές προτεραιότητες παραμένουν η βελτίωση του συστήματος δικαιοσύνης, η ενίσχυση της δημόσιας διοίκησης και η αναβάθμιση του συστήματος υγείας. Οι τομείς αυτοί θεωρούνται κρίσιμοι για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και την προσέλκυση ξένων επενδύσεων.
Η επόμενη δοκιμασία: Η αξιολόγηση της Moody’s
Παρά τη θετική εξέλιξη με την DBRS, η Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται εκτός επενδυτικής βαθμίδας από τη Moody’s. Ο συγκεκριμένος οίκος έχει διατηρήσει μια πιο συντηρητική προσέγγιση όσον αφορά την ελληνική οικονομία και αναμένεται με ενδιαφέρον η επερχόμενη αξιολόγηση της επόμενης Παρασκευής.
Αν η Moody’s αναβαθμίσει τη χώρα στην επενδυτική βαθμίδα, τότε η Ελλάδα θα έχει κερδίσει την πλήρη εμπιστοσύνη των διεθνών αγορών. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την περαιτέρω μείωση του κόστους δανεισμού, την αύξηση των ξένων επενδύσεων και τη μεγαλύτερη σταθερότητα για την οικονομία.